Ο τελικός στόχος είναι η εξουδετέρωση της Ελλάδας



του Λάμπρου Καλαρρύτη 


Μέσα σε δύο χρόνια η χώρα μας έχει στην κυριολεξία εξοντωθεί. Ως παράγων στην ευρύτερη περιοχή έχει γεωπολιτικά αδρανοποιηθεί
Το οικονομικό πρόγραμμα που έχει επιβληθεί μέχρι τώρα στην Ελλάδα, αντί να οδηγήσει στη «διάσωσή» της, την έχει φέρει...
στα πρόθυρα της επίσημης χρεοκοπίας. Αντί οι δανειστές να διορθώσουν αυτά που εμφανώς έχουν οδηγήσει μέχρι εδώ, ζητούν και άλλα μέτρα, στην ίδια λογική, που βεβαίως θα οδηγήσουν προς την ίδια κατεύθυνση.


Έπειτα από τόσα μέτρα τα οποία εκμηδένισαν το εισόδημα, ισοπέδωσαν την αγορά και εξαθλίωσαν εκατομμύρια Έλληνες, το δημοσιονομικό όφελος είναι ανύπαρκτο. Το έλλειμμα για το 2011, έναντι πρόβλεψης 9% του ΑΕΠ, διαμορφώθηκε στο 9,3%-9,4%, το πραγματικό όμως είναι περίπου 10,5%, όσο ήταν το 2010. Ύστερα από ένα χρόνο μέτρων πρωτοφανούς αγριότητας, το αποτέλεσμα είναι μηδενικό και αντί η συνταγή να διορθωθεί, επαναλαμβάνεται με μεγαλύτερη ένταση.


Οι μακροπρόθεσμες προβλέψεις τους για το χρέος είναι τόσο έγκυρες όσο ήταν και αυτές για το έλλειμμα και την ύφεση. Έχουν ήδη παραδεχθεί ότι ο στόχος για χρέος 120% του ΑΕΠ το 2020 δεν είναι εφικτός με την τροπή που έχουν πάρει τα πράγματα, αλλά ακόμη και αν ήταν μιλάμε για ποσοστό χρέους περίπου όσο ήταν και όταν μπήκαμε στο Μνημόνιο. Άρα, έπειτα από δέκα χρόνια οικονομικής γενοκτονίας και οικονομικο-πολιτικής κατοχής της χώρας, θα βρισκόμαστε εκεί όπου ήμασταν όταν ο Γιώργος Παπανδρέου μεθόδευσε την είσοδό μας στο Μηχανισμό.  


Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα βρίσκεται στην εξής θέση: Ή θα αποδεχθεί τα νέα μέτρα που απαιτούν οι δανειστές και θα οδηγηθεί με μαθηματική ακρίβεια σε επίσημη χρεοκοπία και σε δεύτερη φάση σε έξοδο από το ευρώ ή θα αρνηθεί να υποστεί ακόμα μία μάταιη βιαιότητα και θα οδηγηθεί πάλι στο ίδιο αποτέλεσμα, χρεοκοπία, με τους δανειστές να φορτώνουν την ευθύνη για την κατάληξη στην ίδια τη χώρα. Γι’ αυτό και ήδη δυσφημούνται οι Έλληνες διεθνώς ως «ειδική περίπτωση», αρνούμενοι να συνεργαστούν και απρόθυμοι να προωθήσουν τις «μεταρρυθμίσεις». Ακόμα και ο Λουκάς Παπαδήμος, ο οποίος έσπευσε να δηλώσει ότι δεν υπάρχουν «κόκκινες γραμμές» μεταφέροντας την πίεση της Τρόικας στο εσωτερικό αντί τα ελληνικά επιχειρήματα στην Τρόικα, αρχίζει να υποψιάζεται ότι οι ξένοι διατυπώνουν απαιτήσεις που προφανώς αντιλαμβάνονται ότι δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές χωρίς να υπάρξουν πολιτική κατάρρευση και κοινωνική έκρηξη, και μάλιστα πριν από τη χρεοκοπία.


Επειδή κανείς που χειρίζεται τέτοια θέματα δεν είναι -ή δεν θα έπρεπε να είναι- τόσο άσχετος ώστε να μη βλέπει ότι το πρόγραμμα έχει αποτύχει και έχει δολοφονήσει την οικονομία και την κοινωνία, προφανώς κάτι άλλο συμβαίνει.


Αν κάποιος πάρει τα πράγματα από το τέλος προς την αρχή, από το αποτέλεσμα αναζητώντας το κίνητρο, ίσως βγάλει ασφαλέστερα συμπεράσματα για τη φαινομενικά ανορθολογική συμπεριφορά κυρίως των Γερμανών.
Η Ελλάδα, μέσα σε δύο χρόνια έχει στην κυριολεξία εξουδετερωθεί. Ως παράγων στην ευρύτερη περιοχή έχει γεωπολιτικά αδρανοποιηθεί. Στην κατάσταση όπου βρίσκεται, τα περιθώριά της να οργανώσει τη συμμετοχή της στις εξελίξεις και να διεκδικήσει θέση στο αναδυόμενο τοπίο έχουν συρρικνωθεί δραματικά. Μια χώρα η οποία έχει ήδη απολέσει σημαντικό μέρος της κυριαρχίας της, με τι αποθέματα να διεκδικήσει ρόλο; Η επίσημη χρεοκοπία, αν επέλθει, θα ολοκληρώσει την ακύρωσή της.


Το Μνημόνιο είχε εξαρχής συνοχή, συνέχεια και συνέπεια σε αυτά που προέβλεπε και τα οποία οδήγησαν την Ελλάδα στη σημερινή κατάσταση. Από τη σκοπιά της δημοσιονομικής λογικής το πρόγραμμα δεν βγάζει νόημα. Ως εργαλείο γεωπολιτικής εξουδετέρωσης μιας χώρας, όμως, τελικά αποδεικνύεται επιτυχημένο. Χρειάστηκε, βέβαια, προεργασία και εκ των έσω βοήθεια από «χρήσιμους ηλίθιους», ιδεοληπτικούς ή απλώς «πρόθυμους» για τους δικούς τους λόγους. Ετσι, μπαίνουν στη θέση τους και πολλές ψηφίδες από την πρώιμη περίοδο, αμέσως μετά τις εκλογές, όταν ακόμη «λεφτά υπήρχαν».


Το ελληνικό δράμα που λέγεται «πρόγραμμα διάσωσης» οδηγείται στην κορύφωσή του, αλλά δυστυχώς όχι στο τέλος του. Γίνεται σαφές όμως και στον πλέον δύσπιστο, ιδιαίτερα μετά τη συμπεριφορά της Τρόικας και των Γερμανών τις τελευταίες ημέρες, ότι το σχέδιο δεν ήταν «διάσωσης» αλλά δολοφονίας. Και όπως γίνεται σε όλα τα εγκλήματα θα πρέπει να αναζητηθούν ο ένοχος και οι συνεργοί. Αρα, η διερεύνηση από Εξεταστική Επιτροπή των συνθηκών υπό τις οποίες δολοφονήθηκε η χώρα είναι ευθύνη και καθήκον των πολιτικών δυνάμεων. Πρωτίστως αυτών που διεκδικούν την εξουσία.
Μετατροπή σε αποικία και αφανισμός μεσαίας τάξης και ιδιοκτησίας
Οικονομικά έχει καταστραφεί και αυτά που ακολουθούν, επί ερειπίων, είναι εισβολή και κατοχή διαρκείας από ξένες οικονομικές δυνάμεις. Για να επιτευχθεί αυτό έπρεπε προηγουμένως να συνθλιβούν η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας, οι μικρομεσαίες αλλά και μεγαλύτερες επιχειρήσεις, ώστε τη θέση τους να καταλάβουν οι επικυρίαρχοι. Δεν αρκεί, δε, οι ιδιοκτήτες να μεταβληθούν σε υπαλλήλους, ώστε να σταματήσει η Ελλάδα να είναι η χώρα με το μεγαλύτερο ποσοστό αυτοαπασχολουμένων στην Ευρώπη. Πρέπει οι ιδιοκτήτες να μεταβληθούν σε φθηνούς υπαλλήλους, μαζί με τους προϋπάρχοντες, ώστε να διαμορφωθεί ένα ελκυστικό επενδυτικό πακέτο, προδιαγραφών αποικίας.


Κάτι άλλο που επίσης φρόντισε η Τρόικα να εκλείψει είναι μία ακόμη ελληνική «ιδιαιτερότητα»: Η ειδική σχέση του Ελληνα με την ακίνητη περιουσία, με το σπίτι του. Εχοντας υψηλό ποσοστό ιδιοκατοίκησης και γενικώς ιδιοκτησίας, εξασφάλιζε μια σχετική «αυτονομία» υπό την έννοια ότι μπορούσε να διαχειριστεί τα ακίνητά του είτε επενδυτικά είτε ως πηγή εισοδήματος είτε ως «μαξιλάρι» σε μια δύσκολη συγκυρία. Οι δανειστές, με την αμέριστη συνεργασία πρώτα του Γιώργου Παπακωνσταντίνου και στη συνέχεια του Ευάγγελου Βενιζέλου, οδηγούν σε έμμεση δήμευση της ακίνητης ιδιοκτησίας μέσω της υπερφορολόγησης (τέλη, αύξηση αντικειμενικών αξιών, «έκτακτα» χαράτσια). Ετσι, μαζί με τη δημόσια περιουσία και τον ορυκτό πλούτο της χώρας που βάζουν στο χέρι μέσω των εγγυήσεων, στερούν και την ιδιωτική περιουσία ώστε να μην υπάρχει δίχτυ ασφαλείας ούτε σε προσωπικό επίπεδο.


Σε ό,τι αφορά το PSI, το «κούρεμα» που θα υποστούν οι τράπεζες και τα ασφαλιστικά ταμεία είναι τέτοιο που -κυρίως τα δεύτερα- δεν θα συνέλθουν ποτέ και το πιθανότερο είναι ότι οι συντάξεις θα οδηγηθούν σε επίπεδο ημερομισθίου.


Από άρθρο του Λάμπρου Καλαρρύτη στον “Τύπο της Κυριακής”